Διάγραμμα των μεταηθικών θεωριών

Από Αρχειοπαίδεια
Αναθεώρηση ως προς 23:06, 21 Απριλίου 2024 από τον Publisher (Archiopedia) (συζήτηση | συνεισφορές)
(διαφορά) ← Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεότερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Παραπέμψτε στην παρούσα σελίδα: Ιάσων Κουτούφαρης-Μαλανδρίνος, «Διάγραμμα των μεταηθικών θεωριών», Archiopedia / Αρχειοπαίδεια (Οκτώβριος 2022), σελ. 208 (αναθεώρηση υπ’ αριθμ. -), ISSN 2732-6012. DOI: Δεν έχει αποδοθεί ακόμη.

Σημειώνεται ότι μέχρι την απόδοση του DOI το κείμενο υπόκειται σε διαρκείς βελτιώσεις. Ελέγχοντας τον αριθμό της αναθεώρησης μπορείτε να εξακριβώσετε εάν διαβάζετε διαφορετικές εκδοχές της παρούσας σελίδας.

Εισαγωγή

Πολλές (ίσως οι περισσότερες) θεωρίες είναι υβριδικές.[1] Πολλοί (ίσως όλοι) οι φιλόσοφοι αντιδρούν στον τρόπο με τον οποίον κατανοούνται οι απόψεις του από τους συναδέλφους τους·[2] κι αν πότε-πότε υιοθετούν μία ταυτότητα, φροντίζουν να συνοδεύσουν το φιλοσοφικό τους καμινγκάουτ με ριζικούς επαναπροσδιορισμούς κάθε λέξης και κάθε έννοιας. Κάποιοι (μάλλον λίγοι) θέλουν να πρωτοτυπήσουν: αντί να αρνούνται ή να επανορίζουν τις λέξεις και τις έννοιες, φτιάχνουν καινούργιες· τουλάχιστον μέχρι τα καινούργια τους σχήματα να παλιώσουν ή κάποιος πιο παραδοσιακά πρωτότυπος ομότεχνός τους να καταδείξει ότι οι καινοτομίες τους ήταν άλλα λόγια για τις ίδιες ιδέες.[3]

Το παρακάτω διάγραμμα έχει λοιπόν τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα κάθε συστηματικής σύνοψης: διευκολύνει την χαρτογράφηση, αλλά όχι την τοποθέτηση στον χώρο. Ο αναγνώστης πρέπει να τον καταναλώσει υπεύθυνα και να αξιοποιήσει τις πληροφορίες του κατά συνείδηση.

Το διάγραμμα ενσωματώνει και διασκευάζει παρόμοια σχήματα από τα εξής έργα:
α) Alexander Miller, Contemporary Metaethics: An Introduction, β' έκδ., Polity, Κέιμπριτζ και Μάλντεν, 2013, σελ. 8.
β) Peter Railton, Realism and Its Alternatives, εις John Skorupski (επιμ.), The Routledge Companion to Ethics, Routledge, Λονδίνο και Νέα Υόρκη, 2010, σελ. 321-334: 303.
γ) Michael Huemer, Ethical Intuitionism, Palgrave Macmillan, Μπέισινγκστοουκ και Νέα Υόρκη, 2005, σελ. 7.[4]

Διάγραμμα

Η μεταηθική διακρίνεται από την ηθική;
ΝΑΙ OXI
Μεταηθικές θεωρίες Μεταηθικός ησυχασμός
Οι ηθικές κρίσεις είναι περιγραφικές; Dworkin


Scanlon

Nagel

ΝΑΙ ΌΧΙ
Γνωσιοκρατία Αγνωσιοκρατία
Κάποιες ηθικές κρίσεις είναι αληθείς;


Συγκινησιοκρατία (Ayer)

Εκφρασιοκρατία των κανόνων (Gibbard)

Εντολοκρατία (Hare)

Οιονεί ρεαλισμός (Blackburn)

Ερμηνευτική πλασματοκρατία (Kalderon)

ΝΑΙ ΌΧΙ
Αντισκεπτικισμός Σκεπτικισμός
Οι αληθείς ηθικές κρίσεις είναι ανεξάρτητες της πεποίθησης;


Θεωρία Λάθους (Mackie)

Επαναστατική πλασματοκρατία (Joyce)

ΝΑΙ ΟΧΙ
Αντικειμενισμός[5] Υποκειμενισμός[6]
Οι αληθείς αντικειμενικές ηθικές κρίσεις είναι ανεξάρτητες της νόησης;


Σχετικισμός (Harman)

Θεωρία των Θείων Εντολών

Θεωρία του ιδανικού παρατηρητή (Firth)

ΝΑΙ ΌΧΙ
Ρεαλισμός[7] Αντιρεαλισμός
Η ηθική αντικειμενική πραγματικότητα είναι φυσική;

Κατασκευοκρατία (Korsgaard)

ΝΑΙ ΟΧΙ
Φυσιοκρατία Αντιφυσιοκρατία
Οι ηθικές ιδιότητες ανάγονται σε φυσικές ιδιότητες;

Ενορασιοκρατία (Moore, McDowell)

Αναγωγιστική φυσιοκρατία Μη αναγωγιστική φυσιοκρατία


Αναγωγισμός (Railton)

Αναλυτικός λειτουργισμός (Jackson, Pettit)

Κορνελλιανός ρεαλισμός (Sturgeon, Boyd, Brink)

Υποσημειώσεις

  1. Ο M. Schroeder χαιρετίζει, μάλιστα, τις υβριδικές μεταηθικές θεωρίες ακριβώς επειδή μας απελευθερώνουν από τα ροογραφήματα (Mark Schroeder, Expressing Our Attitudes: Explanation and Expression in Ethics, 2ος τόμος, Oxford University Press, Οξφόρδη, 2015, σελ. 137).
  2. Για παράδειγμα, ο μεταηθικός ησυχασμός «απορρίπτει ορισμένα μεταηθικά ερωτήματα ως ανάξια φιλοσοφικής συζήτησης, όταν αυτά τα ερωτήματα ερμηνεύονται με έναν “εξωτερικό” τρόπο» (Doug Kremm και Karl Schafer, Metaethical Quietism, εις Tristram McPherson και David Plunkett [επιμ.], The Routledge Handbook of Metaethics, Routledge, Νέα Υόρκη και Λονδίνο, 2018, σελ. 643-658: 645).
    Ο Ρ. Ντουόρκιν, όμως, παρ' ότι επιμένει ότι «ναι, η μεταηθική βασίζεται σε ένα λάθος», αρνείται μετά βδελυγμίας τον χαρακτηρισμό του μεταηθικού ησυχαστή (Ronald Dworkin, Justice for Hedgehogs, Harvard University Press, Κέιμπριτζ και Λονδίνο, 2011, σελ. 67). Δεν προκαλεί, βεβαίως, έκπληξη ότι «όπως ακριβώς οι φανατικοί και οι χίπστερ, οι ησυχαστές σπανίως σπεύδουν να περιγράψουν έτσι τον εαυτό τους» (Doug Kremm καί Karl Schafer, Metaethical Quietism, εις Tristram McPherson και David Plunkett [επιμ.], The Routledge Handbook of Metaethics, Routledge, Νέα Υόρκη και Λονδίνο, 2018, σελ. 643-658: 643).
  3. Έτσι, π.χ. ο Τζ. Σκορούπσκι επιχειρεί να συγκροτήσει έναν «γνωσιοκρατικό αντιρεαλισμό» (John Skorupski, «Irrealist Cognitivism», Ratio 12(4), Δεκέμβριος 1999, σελ. 436-459· John Skorupski, The Domain of Reasons, Oxford University Press, Οξφόρδη, 2010), όταν με «παραδοσιακούς» όρους είναι μάλλον ένας «ενορασιοκρατικός αντιφυσιοκράτης» (Jonas Olson, «Skorupski’s Middle Way in Metaethics», Philosophy and Phenomenological Research 85(1), Ιούλιος 2012, σελ. 192-200: 199).
  4. Σημειώνεται ότι ο συγγραφέας ασκεί κριτική στην «παραδοσιακή» αυτή, όπως την θεωρεί, ταξινόμηση.
  5. Βλ. Michael Pendlebury, «Objectivism versus Realism», The Philosophical Forum 42, 2011, σελ. 79-104. Ο Πέντλμπερυ (σελ. 79-80) αντιμετωπίζει τον ρεαλισμό ως την θέση ότι υπάρχουν προτάσεις που πρέπει να κατανοηθούν ως «factual assertions that attempt to describe features of a largely independent reality, and that they are correct if and only if they manage to do so», ενώ τον αντικειμενισμό ως την άποψη ότι υπάρχουν προτάσεις που υπόκεινται σε «adequate, nonarbitrary standards of correctness, and that there are a significant number of nontrivial affirmations of this type that can be known to be correct».
  6. Πρβλ. τις αναπτύξεις του Mark van Roojen, Moral Cognitivism vs. Non-Cognitivism, εις Edward N. Zalta (επιμ.), The Stanford Encyclopedia of Philosophy, Χειμώνας 2016, υποκεφ. 1.3 («Contrast with Cognitivist Subjectivism»). Πρβλ. επίσης David Hume, A Treatise of Human Nature [1740], 3.1.1: «So that when you pronounce any action or character to be vicious, you mean nothing, but that from the constitution of your nature you have a feeling or sentiment of blame from the contemplation of it». Ο Ρ. Τζόυς αναγνωρίζει εδώ μία «γνωσιοκρατική υποκειμενιστική» στιγμή του Hume (Richard Joyce, Expressivism, Motivation Internalism, and Hume, εις Charles R. Pigden (επιμ.), Hume on Motivation and Virtue, Palgrave Macmillan, 2009, σελ. 30-56: 34).
  7. Για τον ρεαλισμό ως υποκατηγορία του αντικειμενισμού, βλ. τις παρατηρήσεις του A. Marmor: «[R]ealism presumes the existence of an objective reality which is ontologically independent of our knowledge. On the other hand, one can be an objectivist about kinds of object that do not meet this independence condition. Objectivity, in other words, does not entail, as realism does, the possibility of verification-transcendent truths within the realm about which one is objectivist. For example, the existence and constitution of many types of object is a matter of social or cultural construction. There is no reason to deny the possibility of objectivity about such cultural objects. There is, in fact, a whole range of concepts and classes of statement about which it would make perfect sense to hold an anti-realist and objectivist stance. Consider, for example, statements describing: the annual rate of inflation in the UK; the rules of chess; the legal speed limit for driving in California; the ordinary perceptions of colours; the ordinary meanings of words in a natural language; and, say, the basic plot of Pride and Prejudice» (Andrei Marmor, Three Concepts of Objectivity, εις Andrei Marmor, Positive Law and Objective Values, Clarendon Press, Οξφόρδη, 2001, σελ. 112-134: 117-118).